Ο εκπρόσωπος του δικτύου, Βαγγέλης Σπίθας, μίλησε στο «Ράδιο-Ένα»:

Το γεγονός ότι δεν υπάρχουν οι εγκαταστάσεις, η τεχνολογία και τα εχέγγυα, ώστε η ΑΓΕΤ να καίει RDF χωρίς έκλυση καρκινογόνων αερίων, επισήμανε ο εκπρόσωπος του ΠΑΝΔΟΙΚΟ Βαγγέλης Σπίθας, που μίλησε στην εκδήλωση της Περιβαλλοντικής Πρωτοβουλίας, ενώ τόνισε ότι επειδή η Ε.Ε. δεν πέτυχε να ξεφορτωθεί το παραγόμενο RDF από τη διαδικασία της διαχείρισης στερεών αποβλήτων σε χώρες όπως στην Ιταλία, στην Ισπανία και στη Γαλλία, τώρα επιχειρεί να το πετύχει στην Ελλάδα, με καύση του υλικού των άλλων χωρών, διότι η παραγωγή RDF στην Ελλάδα, (που είναι ακατάλληλο για καύση), είναι ελάχιστη.

«Μπορεί να προκαλέσει απευθείας θάνατο»

Σύμφωνα με τον Βαγγέλη Σπίθα που μίλησε στο «Ράδιο Ένα 102,5», το RDF όταν καίγεται είναι τοξικό και εκπέμπει καθαρά δηλητηριώδες αέριο στην ατμόσφαιρα, που περιλαμβάνει πολλών μορφών διοξίνες, φουράνια, υδράργυρο και θάλειο και αυτό το μίγμα, όταν περάσει στον οργανισμό μας, είτε με αέρια μορφή, είτε μέσω της τροφής, είναι καρκινογόνο και μπορεί να προκαλέσει απευθείας θάνατο.
Η τεχνολογία για καύση τέτοιων υλικών, μπορεί να γίνεται χωρίς να εκλύονται ρυπογόνες ουσίες στο περιβάλλον, με τις προϋποθέσεις ότι ο μηχανολογικός εξοπλισμός είναι κατάλληλα σχεδιασμένος, όπως και να είναι κατάλληλο το προς καύση υλικό, τόνισε.
Ο κ. Σπίθας δήλωσε ότι το RDF είναι καύσιμο ανακτημένο από απορρίμματα και παράγεται κατά τη μηχανική διαλογή ή κατά τη διαλογή στα κέντρα ανακυκλώσιμων υλικών. Στην Ελλάδα υπάρχει προϊόν RDF στους χώρους του Ενιαίου Συνδέσμου Δήμων και Κοινοτήτων Ν. Αττικής, αλλά το προϊόν αυτό έχει απαγορευτεί να καίγεται, διότι μακράν δεν προσεγγίζει την καταλληλότητα για υλικό καύσης. Τα «Κέντρα Διαλογής Ανακυκλώσιμων Υλικών», μέχρι τώρα έβγαζαν κάποιες ποσότητες RDF, που είχε τις προϋποθέσεις να καεί, ενώ «βαφτίζεται» RDF ό,τι βρεθεί και δεν έχει καεί από τα σκουπίδια. Δηλαδή μετά τη μηχανική επεξεργασία, όταν αφαιρεθεί το γυαλί και το μέταλλο, ό,τι περισσέψει από τα σύμμικτα υλικά, το υπόλοιπο πηγαίνει για καύση και λέγεται RDF, παρόλο που περιέχει PVC, ενώ το ανάλογο υλικό που παράγεται στο εξωτερικό δεν υπάρχει.

«Στο εξωτερικό γίνονται συνεχώς διαδηλώσεις»

Ο εκπρόσωπος του ΠΑΝΔΟΙΚΟ χαρακτήρισε πρόβλημα για τη διαχείριση απορριμμάτων την παραγωγή RDF και δήλωσε ότι όσο λιγότερο RDF παράγεται, τόσο καλύτερη διαχείριση των σκουπιδιών γίνεται. Αναφορικά με την καύση RDF σε τσιμεντοβιομηχανίες του εξωτερικού, ο Βαγ. Σπίθας τόνισε ότι επανακατασκευάστηκαν γι’ αυτό το σκοπό, αν και τόνισε ότι υπάρχουν προβλήματα και γίνονται συνεχώς διαδηλώσεις, ενώ δεν υπάρχουν μονάδες της δυναμικότητας της ΑΓΕΤ που χρησιμοποιούν ως καύσιμη ύλη RDF. «Εάν ξηλωθεί και κατασκευαστεί ξανά το εργοστάσιο της ΑΓΕΤ στο Βόλο, θα μπορούσε να καίει RDF, χωρίς επιπτώσεις στο περιβάλλον, αλλά δε νομίζω ότι κάτι τέτοιο ενδιαφέρει την ΑΓΕΤ», τόνισε. Ο ίδιος τόνισε, ότι μέσω των υβριδικών φίλτρων που έχουν τοποθετηθεί στο εργοστάσιο, κατακρατούνται να σωματίδια και οι ρύποι που επικάθονται πάνω τους και η διαδικασία ελέγχεται on line και αν ξεφύγουν μονοξείδιο, διοξείδιο, οξείδια του αζώτου κλπ. Όπως και όταν υπερβεί κάτι τις τιμές, μπορεί ο χειριστής να σταματήσει τη λειτουργία της μονάδας.

Δεν μετρούνται διοξίνες, φουράνια

Ο εκπρόσωπος του ΠΑΝΔΟΙΚΟ είχε ότι δεν υπάρχει όργανο μέτρησης των διοξινών, των φουρανίων και του υδράργυρου, επειδή αυτά τα υλικά μετριούνται με χημικές αντιδράσεις. Ο κ. Σπίθας είπε ότι για να μετρηθούν αυτά τα στοιχεία, προϋπόθεση είναι η λήψη δείγματος από το εργοστάσιο και η υποχρέωση που έχει η ΑΓΕΤ είναι κάθε τέσσερις μήνες να κάνει έναν έλεγχο για να διαπιστώσει, αν εκπέμπει διοξίνες και για ένα 24ωρο ανά τετράμηνο.
Ο ίδιος εξήγησε ότι με δείγματα αερίου που θα συγκεντρωθούν από την καμινάδα κάθε έξι ώρες για όλο το 24ωρο, από την ανάλυση που θα γίνει, θα διαπιστωθεί αν υπήρξε διοξίνη την τελευταία εβδομάδα και δεν διασφαλίζει αν είχε γίνει εκπομπή διοξίνης πιο πριν.
«Αυτός ο κίνδυνος υπάρχει πάντα, όταν τα σκουπίδια που θα κάψουμε περιέχουν PVC και χλώριο στο πρωτογενές υλικό, που παράγουν διοξίνες», τόνισε και συμπλήρωσε ότι από τα 110 εργοστάσια τσιμέντου που υπήρχαν στην Αμερική τα 12 έκαιγαν σκουπίδια και σταμάτησε η καύση του RDF.

Σκουπίδια από το εξωτερικό

Ο Βαγγέλης Σπίθας είπε ότι η έγκριση που δόθηκε είναι για καύση 200.000 τ. σκουπιδιών στο Αλιβέρι, 200.000 τ. στο Βόλο, 200.0000 τ. στο Καμάρι και 100.000 τ. στον Χάλυβα, συνολικά δηλαδή 700.000 τόνοι RDF, τη στιγμή που η Ελλάδα παράγει κάτω από 10.000 τόνους.
Όπως ανέφερε φέρνουν σκουπίδια από το εξωτερικό (Σικελία, Ισραήλ και χώρες που είναι προβληματικές κατά κάποιο τρόπο), ώστε να συντηρηθούν τέσσερα εργοστάσια.

Ο ίδιος τόνισε ότι η ΑΓΕΤ όταν επρόκειτο να κάψει RDF στο Αλιβέρι το 2008, οργάνωσε ένα ταξίδι για την Αυτοδιοίκηση και τον τεχνικό κόσμο στο Γκντανσκ της Αυστρίας, όπου βρισκόταν ένα μικρό εργοστάσιο παραγωγής τσιμέντου χωρίς ανοιχτή καρβουνόσκαλα, όπως στο Βόλο και το RDF που πήγαινε ήταν μετά την ανακύκλωση, ενώ ο χώρος που γινόταν η διαλογή των υλικών ήταν καθαρότερος και από Νοσοκομείο. Εκεί έγινε ενημέρωση ότι το εργοστάσιο που λειτουργεί από το 1870 σχεδιάστηκε ξανά για να μπορεί να καίει αυτό το υλικό και δεν τους ενδιαφέρει η παραγωγή τσιμέντου, αλλά το κάνουν για να απορροφήσουν την τέφρα που παράγεται από την καύση.

«Την ΑΓΕΤ την ενδιαφέρει να κάψει υλικά, όχι να παράγει τσιμέντο»

«Εδώ στην Ελλάδα αν θέλουμε κάτι τέτοιο, είναι διαφορετικό από το να παράγουμε τσιμέντο. Σταδιακά τα τσιμεντάδικα μετατρέπονται σε αποτεφρωτήρες και την ΑΓΕΤ δεν την ενδιαφέρει να παράγει τσιμέντο, αλλά να κάψει υλικά, γιατί αυτό επιδοτείται», δήλωσε ο Βαγγέλης Σπίθας, που τόνισε ότι η ΕΕ δεν πέτυχε να ξεφορτωθεί το παραγόμενο RDF από τη διαδικασία της διαχείρισης στερεών αποβλήτων σε χώρες όπως στην Ιταλία, στην Ισπανία και στη Γαλλία και τώρα επιχειρεί να το πετύχει στην Ελλάδα, με καύση του υλικού των άλλων χωρών. Ο εκπρόσωπος του ΠΑΝΔΟΙΚΟ εκτίμησε, ότι στις Βόρειες χώρες καίγονται ελάχιστες ποσότητες σκουπιδιών και στα μεγέθη της Ελλάδας δεν θα ήταν πάνω από 20.000 τόνους.