Ελευθεροτυπία, Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2011

Η Ευρώπη στο ύψος της

Η αποχώρηση του Καναδά από το Πρωτόκολλο του Κιότο δείχνει πόσο διάτρητες είναι στην πραγματικότητα οι πολιτικές προστασίας του κλίματος, μολονότι όλοι γνωρίζουν ότι στο σημερινό διεθνές σύστημα δεν υπάρχει κάτι καλύτερο από μια συνθήκη σε επίπεδο Ηνωμένων Εθνών για την άμβλυνση της κλιματικής αλλαγής.

Πολλά από τα επιχειρήματα που επικαλέστηκε η Οτάβα ανταποκρίνονται στις επιφυλάξεις που διατυπώνουν και τα περιβαλλοντικά κινήματα: «Μια αποτελεσματική πολιτική προστασίας του κλίματος απαιτεί μια παγκόσμια συμφωνία, την οποία θα υπογράψουν και θα υλοποιήσουν όλοι οι μεγάλοι παίκτες που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου». Στην πραγματικότητα, πρόκειται για πρόφαση. Στο νοτιοαφρικανικό Ντέρμπαν ο Καναδάς έκανε ό,τι μπορούσε προκειμένου να σαμποτάρει μια συμφωνία με αυτά τα χαρακτηριστικά και δικαίως του απονεμήθηκε πολλές φορές στο Ντέρμπαν το παράσημο του «απολιθώματος της ημέρας». Είναι η «διάκριση» για τη χώρα εκείνη που συνέβαλε λιγότερο στην επιτυχία της διάσκεψης.

Αντίθετα, η Ε.Ε., παρά τα προβλήματα χρέους που αντιμετωπίζουν πολλές χώρες της, προσπάθησε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Στην Ευρώπη και σε κάποιες αναπτυσσόμενες χώρες οφείλεται το γεγονός ότι η διεθνής κοινότητα έκανε ακόμη ένα βήμα στην κατεύθυνση μια περιεκτικής συμφωνίας για το κλίμα, που θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι το 2015 και θα εφαρμοστεί το 2020. Πρόκειται για μια σημαντική επιτυχία της κλιματικής διπλωματίας. Ωστόσο, ελλοχεύουν πολλοί κίνδυνοι μέχρι τότε. Μέχρι το 2020 η προστασία του περιβάλλοντος θα στηρίζεται σε «εθελοντική βάση». Αυτό σημαίνει ότι τα επόμενα χρόνια η Ε.Ε. θα πρέπει να κάνει περισσότερα από αυτά που έχει σχεδιάσει για την προστασία του κλίματος. Οι εκπομπές CO2 θα πρέπει εντός της τρέχουσας δεκαετίας να περιοριστούν αισθητά στις βιομηχανικές χώρες. Σε αντίθετη περίπτωση, η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας θα αυξηθεί κατά 3-3,5 βαθμούς και οι συνέπειες θα είναι ολέθριες. Η Γερμανία αναγνωρίζει την αναγκαιότητα πρόσθετων μέτρων, αλλά εμφανίζεται ασυνεπής στο ενεργειακό, περιορίζοντας αισθητά τις επιδοτήσεις των εναλλακτικών μορφών ενέργειας. Παρά τις διεθνείς αντιξοότητες, η Ε.Ε. και κυρίως το Βερολίνο θα πρέπει να επιμείνουν σε μια συνεπή πολιτική προστασίας του κλίματος, υιοθετώντας νέους, πιο φιλόδοξους ακόμη, στόχους, τους οποίους θα πρέπει να πετύχουν. Μόνο έτσι θα αποδείξουν στους δύσπιστους και στα «απολιθώματα» ότι η προστασία του κλίματος δεν έρχεται σε αντίθεση με την ανάπτυξη, αλλά την καθιστά βιώσιμη.