TTIP: Η ασύμμετρη απειλή για τα τρόφιμα και το περιβάλλον
«Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων (TTIP): Χάρτα απορρύθμισης, επίθεση στην εργασία, κατάλυση της δημοκρατίας», που εξηγεί τα πάντα γύρω από την «αμαρτωλή» συμφωνία.
Απορρύθμιση στον τομέα της ασφάλειας τροφίμων
Η κατάργηση των ευρωπαϊκών κανονισμών για την ασφάλεια των τροφίμων αποτελεί προτεραιότητα των επιχειρηματικών λόμπι στις διαπραγματεύσεις για το TTIP. Από τη λίστα τους δεν λείπουν και οι περιορισμοί που αφο-ρούν τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς (ΓΤΟ), τα φυτοφάρμακα, το βοδινό κρέας με ορμόνες και τις αυξητικές ουσίες. Οι αμερικανοί παραγωγοί τροφίμων δεν υποχρεούνται να τηρούν τα ίδια πρότυπα για το περιβάλλον και για τη μεταχείριση των ζώων με τους ευρωπαίους ομολόγους τους, και προσπαθούν εδώ και καιρό να καταργήσουν τους ελέγχους της ΕΕ που περιορίζουν την πώληση των προϊόντων τους στις ευρωπαϊκές αγορές. Από την πρώτη στιγμή, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δήλωσε ρητά ότι θα χρησιμοποιήσει τις διαπραγματεύσεις του TTIP για να βάλει στο στόχαστρο τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς που θέτουν φραγμούς στις αμερικανικές εξαγωγές τροφίμων και ειδικά τους κανονισμούς για την ασφάλεια των τροφίμων, τους οποίους υπερασπίστηκαν επί δεκαετίες οι ευρωπαίοι πολίτες με τους αγώνες τους.25
Στο επίκεντρο αυτής της διαμάχης βρίσκεται η χρήση της «αρχής της προφύλαξης» εκ μέρους της ΕΕ για τον καθορισμό των προτύπων στον το-μέα της ασφάλειας τροφίμων. Δυνάμει αυτής της αρχής, είναι δυνατόν να αποσυρθεί ένα προϊόν από την αγορά αν υπάρχει πιθανότητα να αποτελεί κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, ακόμη και χωρίς επαρκή επιστημονικά στοιχεία που να επιτρέπουν την πλήρη αξιολόγηση του κινδύνου.26 Το κρίσιμο στοιχείο ωστόσο στην αρχή της προφύλαξης είναι ότι μεταφέρει το βάρος της απόδειξης στην εταιρεία που θέλει να κυκλοφορήσει στην αγορά ένα εν δυνάμει επικίνδυνο προϊόν: αντί να οφείλουν οι κρατικές αρχέςνα αποδείξουν ότι το προϊόν είναι επικίνδυνο, υποχρεώνεται η εταιρεία να αποδείξει ότι είναι ασφαλές. Η αμερικανική κυβέρνηση δεν εφαρμόζει την αρχή της προφύλαξης και τα επιχειρηματικά συμφέροντα έχουν κατορθώσει να επιβάλουν στις ΗΠΑ πρότυπα ασφάλειας τροφίμων πολύ κατώτερα από εκείνα της Ευρώπης. Καθώς όμως η ατζέντα «ρυθμιστικής σύγκλισης»του TTIP έχει στόχο να φέρει τα πρότυπα της ΕΕ πιο κοντά σ’ εκείνα των ΗΠΑ, ας δούμε μερικά παραδείγματα ενδεικτικά του κινδύνου:
Περίπου το 70% όλων των μεταποιημένων τροφίμων που πωλούνται στα αμερικανικά σουπερμάρκετ περιέχουν πλέον γενετικά τροποποιημένα συστατικά. Αντιθέτως, λόγω της σθεναρής αντίστασης εκ μέρους των πολιτών, τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα απουσιάζουν σχεδόν ολοκληρωτικά από τα ευρωπαϊκά σουπερμάρκετ, ενώ τα τρόφιμα που περιέχουν κάποιο γενετικά τροποποιημένο συστατικό πρέπει να φέρουν σαφές δι-ακριτικό σήμα. Οι αμερικανικές εταιρείες βιοτεχνολογίας χρησιμοποιούν το TTIP για να επιτεθούν στους κανονισμούς της ΕΕ και η κυβέρνηση των ΗΠΑ προσπαθεί να εξουδετερώσει την πολιτική υποχρεωτικής σήμανσης της ΕΕ. Η ευρωπαϊκή βιομηχανία βιοτεχνολογίας συνεργάζεται στενά με την αμερικανική για την περαιτέρω εξάπλωση των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών στην Ευρώπη μέσω του TTIP.27
Για τους παραγωγούς τροφίμων των ΗΠΑ, το ευρωπαϊκό σύστημα ελέγχου για τη χρήση των φυτοφαρμάκων είναι ένα από τα βασικά πρότυπα προς υποβάθμιση στο πλαίσιο του TTIP.28 Με τους κανονισμούς του 2009, η αρχή της προφύλαξης τέθηκε στον πυρήνα του ευρωπαϊκού συστήματος για τον έλεγχο των φυτοφαρμάκων προκειμένου να προστατευτεί η ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Ωστόσο, οι κορυφαίοι διαπραγματευτές αποκάλυψαν ότι έχουν ήδη βάλει τους συγκεκριμένους κανονισμούς στην ατζέντα του TTIP: σκοπός τους είναι να προκαλέσουν ακόμη μεγαλύτερη απορρύθμιση απ’ ό,τι με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και να περιορίσουν τους υφιστάμενους ευρωπαϊκούς κανονισμούς στην ελάχιστη δυνατή επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις.29
• Νέες αλλαγές στις δικλίδες ασφαλείας της ΕΕ για ενδοκρινικούς διαταράκτες (χημικά που αποδεδειγμένα διαταράσσουν το ορμονικό σύστημα του ανθρώπου) θέτουν ανώτατα επιτρεπτά επίπεδα μόλυνσης που μπλοκάρουν το 40% όλων των εξαγωγών τροφίμων των ΗΠΑ στην Ευρώπη. Τα αμερικανικά βιομηχανικά λόμπι επιδιώκουν να χρησιμοποιήσουν το TTIP για να καταργήσουν αυτές τις δικλίδες ασφαλείας.30
• Πάνω από το 90% του βοδινού κρέατος στις ΗΠΑ παράγεται με τη χρήση βόειων αυξητικών ορμονών, οι οποίες έχουν συνδεθεί με διάφορα είδη καρκίνων στον άνθρωπο· οι περιορισμοί της ΕΕ στην εισαγωγή τέτοιου κρέατος υπάρχουν από το 1988. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει ήδη αμφισβητήσει αυτούς τους περιορισμούς στον ΠΟΕ και τα επιχειρηματικά λόμπι ζητούν την άρση τους μέσω του TTIP χαρακτηρίζοντάς τους «περιττούς» φραγμούς για τις εμπορικές συναλλαγές.
• Στις ΗΠΑ οι παραγωγοί κοτόπουλου και γαλοπούλας επεξεργάζονται τακτικά με χλώριο τα σφάγια των πουλερικών προτού τα πωλήσουν στους καταναλωτές – μια πρακτική απαγορευμένη από το 1997 στην ΕΕ. Και πάλι, η κυβέρνηση των ΗΠΑ εναντιώθηκε σε αυτή την απαγόρευση μέσω του ΠΟΕ, και οι αμερικανικές εταιρείες ζητούν τώρα την άρση της μέσω του TTIP. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσπάθησε στο παρελθόν να άρει την απαγόρευση, αλλά σταμάτησε όταν βρέθηκε αντιμέτωπη με την αντίσταση που προέβαλαν κτηνίατροι και ευρωβουλευτές.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει πραγματοποιήσει πολλές μυστικές συναντήσεις με εκπροσώπους της βιομηχανίας τροφίμων που επιθυμούν διακαώς να αμβλύνουν τους κανονισμούς για την ασφάλεια των τροφίμων και γι’ αυτό τον λόγο δεν είναι δυνατόν να της έχουμε εμπιστοσύνη όσον αφορά την υπεράσπιση της υγείας των καταναλωτών. Σε ένα εσωτερικό έγγραφο θέσεων το οποίο κοινοποίησε στην κυβέρνηση των ΗΠΑ πριν από τον πρώτο γύρο των διαπραγματεύσεων για το TTIP, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συμφώνησε να αναθεωρήσει τα ευρωπαϊκά μέτρα για την ασφάλεια των τροφίμων «με στόχο την άρση των περιττών φραγμών».31 Σε ένδειξη καλής θέλησης απέναντι στις απαιτήσεις των ΗΠΑ, η Επιτροπή ήδη έθεσε τέρμα σε μια πανευρωπαϊκή απαγόρευση των εισαγωγών από τις ΗΠΑ ζωντανών χοίρων και βοδινού κρέατος ψεκασμένου με γαλακτικό οξύ, παρά τις αντιρρήσεις αρκετών κρατών-μελών της ΕΕ.32
Απορρύθμιση στον τομέα του περιβάλλοντος
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αναγνωρίσει δημόσια ότι το TTIP θα εντείνει περαιτέρω την πίεση που ασκείται στο περιβάλλον, μιας και «κάθε σενάριο» για τις μελλοντικές εμπορικές συναλλαγές μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ στο πλαίσιο του TTIP θα αυξήσει την παραγωγή, την κατανάλωση και τη διεθνή μεταφορά αγαθών. Η μελέτη επιπτώσεων της ίδιας της Επιτροπής επισημαίνει ακόμη ότι αυτή η αύξηση της παραγωγής θα δημιουργήσει με τη σειρά της «κινδύνους τόσο για τους φυσικούς πόρους όσο και για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας».33 Όσον αφορά τις εκπομπές αερίων που συμβάλλουν στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, η Επιτροπή αναφέρει ότι το προτιμητέο αποτέλεσμα του TTIP θα επιβαρύνει την ατμόσφαιρα με έντεκα επιπλέον τόνους διοξειδίου του άνθρακα, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τις ίδιες τις δεσμεύσεις της ΕΕ για μείωση των εκπομπών στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου του Κιότο.34 Ωστόσο καμιά από αυτές τις παρατηρήσεις δεν ώθησαν την Επιτροπή να επανεξετάσει τη στήριξή της προς το TTIP.
Πιο άμεσα, το TTIP απειλεί να υπονομεύσει βασικούς περιβαλλοντικούς κανονισμούς εντός της ΕΕ, οι οποίοι ως γνωστόν εγγυώνται πολύ υψηλότερα επίπεδα ασφάλειας από εκείνα των ΗΠΑ. Ο πιο σημαντικός από αυτούς είναι ο ευρωπαϊκός κανονισμός REACH για τα χημικά προϊόντα, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ το 2007 με σκοπό την προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος από επικίνδυνες ουσίες που χρησιμοποιούν οι εταιρείες στη μεταποίηση και σε άλλες παραγωγικές διαδικασίες.35 Ο κανονισμός REACH βασίζεται στην αρχή της προφύλαξης, στην οποία αναφερθήκαμε στην προηγούμενη ενότητα, και υποχρεώνει τους βιομηχάνους να αποδείξουν ότι μια χημική ουσία είναι ασφαλής προτού πάρουν έγκριση για την εμπορική της εκμετάλλευση. Αντιθέτως, ο αμερικανικός νόμος του 1976 για τον Έλεγχο των Τοξικών Ουσιών (Toxic Substances Control Act, TSCA) υποχρεώνει τη δημόσια ρυθμιστική αρχή να αποδείξει ότι μια χημική ουσία δεν είναι ασφαλής προτού περιορίσει τη χρήση της και επιτρέπει μονάχα τη λήψη του «λιγότερο επαχθούς» μέτρου. Από το 1976 μέχρι σήμερα και με βάση αυτό τον νόμο, ο αμερικανικός Οργανισμός Προστασίας του Περιβάλλοντος έχει καταφέρει να επιβάλει ελέγχους σε μόλις έξι από τις 84.000 χημικές ουσίες που κυκλοφορούν στο εμπόριο στις ΗΠΑ.36 Ένα τόσο χαλα-ρό καθεστώς έχει άμεσες επιπτώσεις στην έκθεση των πολιτών σε κινδύνους για την υγεία: ενώ, για παράδειγμα, η ΕΕ απαγορεύει τη χρήση 1.200 ουσιών στα καλλυντικά, οι ΗΠΑ απαγορεύουν μόλις δώδεκα.37
Για χρόνια, οικολογικές οργανώσεις και ομάδες πολιτών στις ΗΠΑ παλεύουν για την αντικατάσταση του νόμου TSCA με νέους ρυθμιστικούς κανόνες στο πρότυπο του REACH.38 Από την άλλη πλευρά, τα επιχειρηματικά λόμπι έχουν αντιταχθεί σθεναρά στις ευρωπαϊκές απαιτήσεις ασφάλειας και επιδιώκουν να χρησιμοποιήσουν το απορρυθμιστικό πλαίσιο του TTIP προκειμένου να «εναρμονίσουν» τον κανονισμό REACH με τους χαλαρότερους κανονισμούς των ΗΠΑ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνωρίζει την ουσιαστική ασυμβατότητα μεταξύ της ευρωπαϊκής και της αμερικανικής προσέγγισης, αλλά εξακολουθεί να καταβάλλει προσπάθειες για μια πιθανή «ρυθμιστική σύγκλιση και αναγνώριση στον τομέα των χημικών ουσιών» για λογαριασμό των επιχειρηματικών της εταίρων.39 Οι ευρωπαϊκές εταιρείες θα συμβάλουν μετά χαράς σε αυτή την προσπάθεια: είναι και δική τους επιδίωξη να χρησιμοποιήσουν το TTIP προκειμένου να καταργήσουν περιβαλλοντικούς κανονισμούς που –όπως υποστηρίζουν– τις τοποθετούν αδίκως σε μειονεκτική θέση έναντι των διεθνών ανταγωνιστών τους.
Το απορρυθμιστικό πρόγραμμα του TTIP απειλεί αρκετούς ακόμη σημαντικούς περιβαλλοντικούς κανονισμούς. Οι απαιτήσεις αειφορίας της Ευρωπαϊκής Οδηγίας για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας μπήκαν στο στόχαστρο των αμερικανών παραγωγών αγροκαυσίμων οι οποίοι επιθυμούν διακαώς να «εναρμονίσουν» τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς με τα χαμηλότερα πρότυπα των ΗΠΑ. Η αμερικανική κυβέρνηση χρησιμοποιεί επίσης το TTIP για να αποδυναμώσει την Ευρωπαϊκή Οδηγία για την Ποιότητα των Καυσίμων: σκοπός της είναι να διευκολύνει τα αμερικανικά διυλιστήρια να εξάγουν στην Ευρώπη καναδικό πετρέλαιο που εξορύσσεται από κοιτάσματα ασφαλτούχας άμμου, με ολέθριες συνέπειες για το περιβάλλον.40 Επιπλέον, η εφαρμογή του TTIP θα ανοίξει την πόρτα στις μαζικές εξαγωγές χιστολιθικού φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη, οδηγώντας στην επέκταση της υδραυλικής ρωγμάτωσης (γνωστής ως «fracking») στις ΗΠΑ και δίνοντας παράλληλα τη δυνατότητα στις αμερικανικές εταιρείες να κινηθούν ενάντια σε ευρωπαϊκές χώρες που έχουν απαγορεύσει αυτή την τεχνική – ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που η αμερικανική εταιρεία ενέργειας Lone Pine Resources χρησιμοποιεί τώρα τους κανόνες της NAFTA για να προσφύγει κατά της κυβέρνησης του Καναδά με αφορμή την απόφαση του Κεμπέκ να απαγορεύσει προσωρινά τις εργασίες υδραυλικής ρωγμάτωσης.41
Ποιός είναι ο Τζον Χίλαρυ
Ο Τζον Χίλαρυ είναι Εκτελεστικός Διευθυντής της οργάνωσης War on Want. Τα κείμενά του, δημοσιευμένα κατά την προηγούμενη εικοσαετία, καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων εμπορίου και επενδύσεων. Το 2013 ανακηρύχθηκε Επίτιμος Καθηγητής της Σχολής Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου του Νόττινχαμ. Το καινούργιο του βιβλίο The Poverty of Capitalism: Economic Meltdown and the Struggle for What Comes Next (Η Φτώχεια του Καπιταλισμού: Οικονομική Κατάρρευση και η Μάχη για την Επόμενη Μέρα) εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο Pluto Press τον Οκτώβριο του 2013.
Από το TVXS