H μυρωδιά του ξύλου…

Του Γιώργου Σταματόπουλου

 

Μυρωδιές κάπνας παντού στην περιφέρεια της χώρας τούτες τις μέρες, θυμίζουν, σε όσους έχουν κάποια ηλικία, δεκαετίες του ’50 και του ’60, όταν η κύρια θέρμανση ήσαν τα τζάκια (οι αρχέγονες εστίες!) και οι ξυλόσομπες. Το καμένο ξύλο έχει υπέροχη μυρωδιά” και μόνο απ” αυτήν ζεσταίνεσαι.

 

Ο κόσμος έπαψε να κοκορεύεται για το πετρέλαιο, που κάποτε έρρεε άφθονο στις σωληνώσεις του καλοριφέρ, ότι δηλαδή τα ντεπόζιτα του σπιτιού του είναι γεμάτα (γεγονός που έδειχνε και την ανώτερη κοινωνική του στάθμη στη μικρή του κοινωνία και άλλα συναφή, λίγο λυπημένα, όπως τουλάχιστον «αντικρίζονται» σήμερα).

 

Κάπως θυμηθήκαμε τούτες τις ημέρες ότι η σχέση μας με τη φύση οφείλει να είναι αρμονική, τρυφερή, αγαπησιάρικη. Αντιληφθήκαμε αίφνης ότι είμαστε άμεσα εξαρτώμενοι απ” αυτήν, από τα δέντρα της. Μένει αυτή η ανάμνηση, αυτή η αντίληψη να γίνει ιδεολογία μας, τρόπος, στάση ζωής, να φύγει η δήωση της γης από το μυαλό μας και την αρρωστημένη, επιχειρηματική τάχα, υλοτομική δραστηριότητα.

 

Στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, ίσως και λίγο του ’70, τα δάση επιτηρούνταν από τους δασάρχες. Οταν οι κάτοικοι ήθελαν να υλοτομήσουν, γιατί ήθελαν να ζεσταθούν και να φάνε, σημάδευαν τα δέντρα του δάσους που είχαν γεράσει ή είχαν αρρωστήσει, έπαιρναν άδεια από τον δασάρχη και μετά ξυλεύονταν. Με προσοχή και αγάπη.

 

Η εισβολή του καπιταλισμού, βίαιη και ανισόρροπη, ανέτρεψε τη θεμελιώδη σχέση αγάπης μεταξύ ανθρώπου και φύσης. Σήμερα, για παράδειγμα, αυτό που συμβαίνει είναι απότοκο της ελεεινής σχέσης μας με την ιδιοτέλεια, το κέρδος, την αρνητική παραβατικότητα. Ουδείς ρωτάει ουδένα για το αν και πότε πρέπει να ξυλέψει. Μπαίνει στο δάσος με το αλυσοπρίονο και ο θεός βοηθός… ό,τι βρίσκει μπροστά του το κατεδαφίζει.

 

Συμβαίνουν κι άλλα θλιβερά. Φίλοι βλέπουν ξαφνικά τα κτήματά τους (βερικοκιές, αμυγδαλιές, λεμονιές, ελιές κ.λπ.) γυμνά, τα δέντρα έχουν κάνει φτερά, έχουν κοπεί αδιάντροπα από αδιάντροπους, είτε για δική τους χρήση είτε για εμπόριο. Η κρίση δεν μας κάνει όλους μετριόφρονες και ηπιέστερους, πολλούς μας αποθηριώνει (ήμασταν που ήμασταν…).

 

Οι οσμές του καμένου ξύλου είναι προοίμιο πολιτισμού εντούτοις, αναδεικνύουν την όσφρηση πολύτιμη πολιτισμικά αίσθηση (αίσθηση υποτιμημένη κατά τον Νίτσε ενώ θα “πρεπε, κατ” αυτόν, να συμβαίνει το αντίθετο).

 

Συμφωνούμε με τον φιλόσοφο” μας έκαναν οι μυρωδιές τούτων των ημερών να συμφωνήσουμε, διότι πίσω απ” αυτές κρύβεται ένας τεράστιος πλούτος γνώσεων για τη φύση, για τις ανάγκες μας, για το αλλοπρόσαλλον της συνεχούς (ακόμη και για γερούς μαρξιστές) ανάπτυξης, για το επιτακτικόν της αποανάπτυξης. Να η μύτη μας…

 

gstamatopoulos@efsyn.gr

27/12/2012