ΦΩΤΟΒΟΛΤΑΪΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ: Η ΑΣΥΜΜΕΤΡΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Της Ελένης Καπετανάκη-Μπριασούλη, Καθηγήτριας στο Τμήμα Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου του Αιγαίου

 

Η συζήτηση για εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών (Φ/Β) σε γεωργική γη, όπως αποτυπώνεται στον Ν. 3851/2010 για τις ΑΠΕ (4/6/2010), στην εγκύκλιο ΥΠΕΚΑ (16/12/2010) και στη σχετική ειδησεογραφία και αρθρογραφία, παρουσιάζει μια πρωτοφανή ασυμμετρία ανάμεσα στα θέματα που προβάλλει ως σημαντικά και στα θέματα που αποσιωπά. Εξίσου πρωτοφανής είναι και η πλήρης ομοφωνία και συνεργασία των αρμόδιων Υπουργείων ΥΠΕΚΑ και ΥΠΑΑΤ για την εκμετάλλευση του υποτιθέμενου φωτοβολταϊκού χρυσωρυχείου με αδιάσειστο επιχείρημα την πολύμορφη κρίση του αγροτικού τομέα και την ανάγκη ενίσχυσης του εισοδήματος των κατ’ επάγγελμα αγροτών, κατά προτεραιότητα έναντι άλλων ιδιοκτητών γης. Πλήθος ‘ειδικών’ προσφέρει δελεαστικές προβλέψεις οικονομικών ωφελειών στους επίδοξους φωτοβολταϊκούς αγρότες σε καιρούς αβέβαιους με υπολογισμούς αβέβαιους. Έτσι προετοιμάζεται το έδαφος για διαμαρτυρίες αν οι ελπίδες των 6,000 αιτούντων (μέσα Οκτωβρίου 2010) διαψευσθούν…

Η μονοδιάστατη συζήτηση εστιάζει αποκλειστικά σε τεχνικά, χρηματο-οικονομικά και διαδικαστικά θέματα – διαθέσιμη ισχύς, σύνδεση με το δίκτυο, τιμή ρεύματος, κόστος, οφέλη, χρηματοδότηση, χαρακτηρισμός γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας – και αποπροσανατολίζει από την ενασχόληση με πολυάριθμα ουσιαστικά ζητήματα.

 

Διατροφική ή ενεργειακή ασφάλεια; Το πραγματικό πλαίσιο της συζήτησης, όπως για πολλές μορφές ΑΠΕ, αποτελούν αυτοί οι αλληλο-συγκρουόμενοι στόχοι: θα χρησιμοποιηθεί η γη για παραγωγή τροφής ή για παραγωγή ενέργειας ‘καλλιεργώντας’ Φ/Β (και άλλες μορφές ΑΠΕ); Παρόλο που η ενεργειακή ασφάλεια είναι ένας σημαντικός στόχος, υπάρχουν πολλές εναλλακτικές επιλογές ιδιαίτερα μετά τις πρόσφατες αποκαλύψεις ύπαρξης ενεργειακών πόρων στην ευρύτερη περιοχή της χώρας. Αντίθετα, η διατροφική ασφάλεια παραμένει κρίσιμος στόχος γιατί η γη είναι αδιαπραγμάτευτος και αναντικατάστατος συντελεστής παραγωγής τροφής και οι διεθνείς και εγχώριες συνθήκες είναι δυσμενείς.

Η επισιτιστική κρίση είναι ένας διαρκής σοβαρός κίνδυνος για αναπτυγμένες και μη χώρες που οφείλεται σε φυσικούς κινδύνους, αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού και κερδοσκοπικά χρηματιστηριακά παιχνίδια. Διεθνείς οργανισμοί (ΟΗΕ, ΠΟΕ, κ.ά.) συνιστούν κοινό προγραμματισμό της έρευνας ‘γεωργία, επισιτιστική ασφάλεια, κλιματική αλλαγή’, διαφύλαξη και προστασία της γεωργικής γης και περισσότερες επενδύσεις στον αγροτικό τομέα. Όσες χώρες δεν έχουν αρκετή γη να θρέψουν τον πληθυσμό τους ενοικιάζουν γη στην Αφρική. Αρκετές έχουν επιβάλλει περιορισμούς εγκατάστασης Φ/Β σε γεωργική γη γενικά.

Η γεωργική γη στην Ελλάδα έχει συρρικνωθεί λόγω κακής διαχείρισης, ανεξέλεγκτης αστικοποίησης και απρογραμμάτιστης τουριστικής ανάπτυξης. Το αγροτικό έλλειμμα φτάνει τα 3 δισεκατομμύρια Ευρώ, οι εισαγωγές αγροτικών προϊόντων στα 6,5 εκατομμύρια Ευρώ ετησίως και η χώρα από το 2000 δεν είναι αυτάρκης σε σιτηρά.

Πως θωρακίζεται η χώρα έναντι επισιτιστικής κρίσης όταν επιτρέπεται κάλυψη με Φ/Β έως 1% της συνολικής έκτασης της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας  (ΓΓΥΠ) σε κάθε νομό, 370.000 στρέμματα συνολικά δηλαδή (εκτιμήσεις Μαΐου 2010), ενώ θα έπρεπε να διαφυλάσσεται ως κόρη οφθαλμού; Η πρόσφατη εγκύκλιος του ΥΠΕΚΑ εστιάζει μόνο στην ΓΓΥΠ. Επικαλείται την ΚΥΑ 168040/04-09-2010 (καθορισμός κριτηρίων για τη διαβάθμιση της γης σε ποιότητες και κλάσεις παραγωγικότητας) που εκδόθηκε τρεις μήνες μετά τη δημοσίευση του Ν. 3851/2010 καλύπτοντας το χρονίζον νομικό κενό καθορισμού της ΓΓΥΠ. Η ΚΥΑ, όμως, είναι ανεπαρκής ως βάση λήψης αποφάσεων από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Πρώτον, δεν συνοδεύεται από χάρτες, αφήνοντας την εκτίμηση της ΓΓΥΠ στην κρίση των τοπικών υπηρεσιών Αγροτικής Ανάπτυξης. Δεύτερον, χρησιμοποιεί έναν ατελή και ασαφή ορισμό της παραγωγικότητας συναρτώντας την με την ΓΓΥΠ ενώ αυτό δεν ισχύει αναγκαστικά. Η παραγωγικότητα της γης για ένα προϊόν είναι συνάρτηση των χαρακτηριστικών της σε σχέση με τις απαιτήσεις του παραγόμενου προϊόντος. Η δε οικονομική αποδοτικότητα της είναι συνάρτηση της αγοραίας ζήτησης και προστιθέμενης αξίας του προϊόντος. Έτσι, γεωργική γη «χαμηλής παραγωγικότητας» μπορεί να έχει μεγάλη οικονομική απόδοση (π.χ. για ξηρικές καλλιέργειες πιστοποιημένων προϊόντων ονομασίας προέλευσης), πέραν του ότι η βιοποικιλότητα της είναι σημαντική. Η γεωργική γη δεν καταστρέφεται με κανένα πρόσχημα. Κάθε σπιθαμή της συμβάλλει στη επισιτιστική ασφάλεια και δεν αποτελεί ελεύθερο πεδίο τοποθέτησης Φ/Β. Αντίθετα, πρέπει να προσδιορίζεται η καταλληλότητα της για εναλλακτικές καλλιέργειες με πολλαπλά κριτήρια στα πλαίσια αναπτυξιακού και χωροταξικού σχεδιασμού.

Τέλος, η εγκύκλιος προσδιορίζει πλήθος δαιδαλωδών και ασαφών διαδικαστικών ρυθμίσεων και θεσπίζει στενότατα χρονικά όρια 20 ημερών για την έγκριση των αιτήσεων. Αναθέτει δε τη λήψη σημαντικών αποφάσεων και την επίλυση πρακτικών ερωτημάτων (πως, π.χ., συνάδει ο καθορισμός ΓΓΥΠ προ της ΚΥΑ με αυτόν την ΚΥΑ;) στις τοπικές υπηρεσίες που δεν έχουν πάντα την απαιτούμενη γνώση, τα μέσα και την επίσημη καθοδήγηση για να τις πάρουν. Έτσι η εγκύκλιος αφήνει πάμπολλα περιθώρια ‘προσαρμογών’ κατά την εφαρμογή της και έτσι δεν διασφαλίζει ούτε την προστασία της ΓΓΥΠ ούτε έστω την τήρηση του 1% κάλυψης ΓΓΥΠ με φωτοβολταϊκά.

 

Οι επιπτώσεις των Φ/Β και των συνοδών έργων στο έδαφος, τους υδατικούς πόρους, τη βιοποικιλότητα και το τοπίο, μεμονωμένα και αθροιστικά δεν απασχολούν τη συζήτηση ούτε οι πιθανές συγκρούσεις αγροτικών δραστηριοτήτων και Φ/Β, οι αστοχίες, οι κίνδυνοι, η διαχείριση των ‘γηρασμένων’ Φ/Β, και οι πιθανές παραβιάσεις της Ευρωπαϊκής και εθνικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας (έδαφος, υδατικοί πόροι, βιοποικιλότητα, απόβλητα).

Η εγκύκλιος παραπέμπει στις θεσμοθετημένες διαδικασίες Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΕΠΟ) και περιορίζεται στην απαγόρευση Φ/Β σε περιοχές Νατούρα, αιγιαλό, και βραχονησίδες ως εάν οι υπόλοιπες αδόμητες περιοχές δεν αποτελούν αναπόσπαστα τμήματα των τοπικών οικοσυστημάτων που κατακερματίζονται. Επικαλείται δε αποφάσεις εγκεκριμένων σχεδίων για τη χωροθέτηση Φ/Β δεχόμενη σιωπηρά την ορθότητα τους. Τέλος, προβλέπει την αποξήλωση του εξοπλισμού μετά το πέρας της χρήσης του και αποκατάσταση του αγροτεμαχίου ως εάν τα οικοσυστήματα συγκροτούνται από εξαρτήματα (έδαφος, βιοποικιλότητα, νερό) και η λειτουργία τους αποκαθίσταται αυτόματα, ανέξοδα και άμεσα μετά από μια διαταραχή. Ας σημειωθεί ότι αποκατάσταση γης και τοπίου δεν έχει γίνει σε πολύ σοβαρότερες επεμβάσεις ….

Η συζήτηση, τέλος, αδιαφορεί για τις εναλλακτικές τοποθεσίες εγκατάστασης Φ/Β, όπως σε ήδη κατεστραμμένες περιοχές (λατομεία, ορυχεία, χωματερές, κ.ά.) και σε εξωτερικές επιφάνειες αγροτικών και άλλων κατασκευών και κατοικιών.

 

Οι συνέπειες των κενών της συζήτησης που παρουσιάσθηκαν, ιδιαίτερα βαρύνουσες δεδομένων των δυσμενών διεθνών συγκυριών και των ιδιαιτεροτήτων της Ελληνικής περίπτωσης, περιλαμβάνουν:

  • Περαιτέρω υποβάθμιση και πλημμελή προστασία του εδάφουςž κατά συνέπεια, περαιτέρω μείωση της γεωργικής γης.
  • Περαιτέρω μείωση της (γενναία επιδοτούμενης …) αγροτικής παραγωγήςž η μέχρι τώρα μείωση της έχει κοστίσει σε εισόδημα και απασχόληση.
  • Περαιτέρω αποδυνάμωση του αγροτικού τομέα που θα συμπαρασύρει και τους εξαρτημένους κλάδους εισροών (εφόδια) και εκροών (βιομηχανίες, καταναλωτές). Ιδιαίτερα ευαίσθητοι τομείς, όπως ο τουρισμός, θα επηρεαστούν σοβαρότερα αν η σίτιση εξαρτηθεί ακόμα περισσότερο από εισαγωγές.
  • Επιδείνωση της επισιτιστικής ασφάλειας και εξάρτησης της χώρας από εισαγωγές τροφίμων.
  • Περαιτέρω εγκατάλειψη της γεωργίας, λόγω ανεπάρκειας γεωργικής γης και ταυτόχρονα ύπαρξης εναλλακτικής … καλλιέργειας Φ/Β, ένα διόλου απίθανο ζοφερό σενάριο, δεδομένης της υπερπεντηκονταετούς ανυπαρξίας σχεδιασμού αγροτικής ανάπτυξης.
  • Μετάλλαξη σε φωτοβολταϊκούς και αυτό-ακύρωση των ‘κατ’ επάγγελμα αγροτών’ λόγω προνομιακής μεταχείρισης. Ήδη νοιάζονται περισσότερο για την έγκριση της αίτησης τους παρά για το αν θα σχεδιαστεί ορθολογικά, έστω και καθυστερημένα, η αγροτική ανάπτυξη για να αποδώσουν οι γενναίες επιδοτήσεις …
  • Σοβαρές αλλοιώσεις στο περιβάλλον, στο φυσικό, αγροτικό και τουριστικό τοπίο, στις χρήσεις και στην ιδιοκτησία της γης από εγκαταστάσεις Φ/Β λόγω της γενικότερης απουσίας χωροταξικού σχεδιασμού και πλημμελούς εφαρμογής της νομοθεσίας.

 

Τούτη η ασύμμετρη συζήτηση υπογραμμίζει θλιβερά τη συνεχιζόμενη απαξίωση της γης ως θεμελιώδους συντελεστή παραγωγής και ανάπτυξης. Άρχοντες και αρχόμενοι με απερίγραπτη ευκολία κακοδιαχειρίζονται και εκποιούν τη γη και το νερό, τους πολυτιμότερους πόρους που οι σώφρονες κοινωνίες, σε περιόδους ευημερίας, προσέχουν για να έχουν ενώ διαφυλάσσουν αυστηρότατα σε περιόδους περιβαλλοντικών, οικονομικών και επισιτιστικών κρίσεων. Με τη συναίνεση και σιωπηλή αποδοχή τους, και μάλιστα από το καθ’ ύλην αρμόδιο για την προστασία της υπουργείο, εκποιείται η γεωργική γη, αποχαρακτηριζόμενη έμμεσα και ‘διακριτικά’ μέσω φωτοβολταϊκών καλλιεργειών, σα να μη αρκούν οι τόσοι άλλοι τρόποι αποχαρακτηρισμού της.

Αποκαλύπτεται ξανά ο διαχρονικά αταλάντευτος προσανατολισμός της πολιτικής βούλησης, ιδιαίτερα σε ‘δύσκολες’ περιόδους, στη διευκόλυνση του ιδιωτικού, εύκολου κέρδους και η αδιαφορία για το συλλογικό όφελος, που ακυρώνει το ρόλο της πολιτείας ως θεματοφύλακα των ‘κοινών’. Θα λυθούν τα προβλήματα των αγροτών και των αγροτικών κοινωνιών με την προώθηση της φωτοβολταϊκής γεωργίας; Θα λυθούν, άραγε, τα προβλήματα της χώρας ακολουθώντας το στρεβλό μοντέλο που ευθύνεται για την κατάσταση της;