ΝΕΑ ΤΡΟΠΗ ΣΤΗ ΔΙΑΜΑΧΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΝΗΕΣ
Το «χρυσόβουλο» του υπουργείου
Ενώ στη Βουλή φουντώνει η συζήτηση για το Βατοπέδι, ορισμένες άλλες ιερές αγοραπωλησίες βρίσκονται στον αέρα. Η Μητρόπολη του Βόλου αντικρούει την τοπική Κτηματική Υπηρεσία και υπεραμύνεται της επένδυσης στην περιοχή Νηές.
Εκεί που πιστεύαμε ότι με την απόφαση της τοπικής Κτηματικής Υπηρεσίας του Βόλου θα δινόταν ένα τέλος στην υπόθεση που δίκαια ή άδικα έχει ονομαστεί «Βατοπέδι της Μαγνησίας», το ζήτημα αναζωπυρώνεται. Η τοπική Μητρόπολη αντεπιτίθεται θεωρώντας ότι ορθώς προχώρησε στην πώληση σε ιδιώτες εκτάσεων της Μονής Ξενιάς στην περιοχή Νηές και αντικρούει το πόρισμα της τοπικής Κτηματικής Υπηρεσίας, το οποίο αποδίδει πίσω στο δημόσιο αυτές τις εκτάσεις (βλ. σχετ. δημοσίευμα του «Ιού», 25.4.10). Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, το ΣΔΟΕ εισβάλλει την περασμένη βδομάδα στο γραφείο του διευθυντή της Κτηματικής Υπηρεσίας του Βόλου για έλεγχο, μετά από δύο ανώνυμες και μια επώνυμη καταγγελία εναντίον του.
Θυμίζουμε ότι η επίμαχη έκταση προοριζόταν από τους ιδιώτες αγοραστές για μεγάλες τουριστικές εγκαταστάσεις και γήπεδα γκολφ, ενώ στην πορεία συνδέθηκε με την ανάθεση της τέλεσης των Μεσογειακών Αγώνων στο Βόλο και τη Λάρισα. Πρόσθετο ενδιαφέρον για τα μέσα ενημέρωσης απέκτησε η υπόθεση όταν έγινε γνωστό ότι η εταιρεία που αγόρασε τις επίμαχες εκτάσεις ανήκε στον Μίλτο Καμπουρίδη, κουνιάδο του γιου της Ντόρας Μπακογιάννη, ενώ επικεφαλής της επιτροπής διεκδίκησης των Μεσογειακών του 2013 ήταν ο Ισίδωρος Κούβελος. Για την υπόθεση έχουμε δημοσιεύσει εκτενή ρεπορτάζ (12 και 19.7.09), και έχουμε φιλοξενήσει τις απόψεις του Μητροπολίτη, του εκπροσώπου των αγοραστών και του κ. Κούβελου (19.7.09). Οπως διαπιστώσαμε κατά τη δημοσιογραφική έρευνα, η πλευρά της Μητρόπολης ανακάλυπτε κάθε φορά κάποιο νέο «λαγό» για να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς της. Οταν αμφισβητήθηκαν οι τίτλοι των συγκεκριμένων εκτάσεων, «ανακαλύφτηκαν» κάποιοι «οθωμανικοί τίτλοι» (ταπιά) στο Τουρκικό Προξενείο Κομοτηνής. Και όταν αποκαλύψαμε ότι το Τουρκικό Προξενείο δεν έχει ιδέα και ότι είναι τουλάχιστον άκομψη η ανάμιξή του σε μια εσωτερική υπόθεση που έμμεσα αγγίζει την υπουργό Εξωτερικών, τότε η Μητρόπολη ανακάλυψε για στήριγμα ένα νέο «στοιχείο», το έγγραφο του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης 105466/3811/14-8-09.
Τις σημερινές απόψεις της Μητρόπολης Δημητριάδος φιλοξενούμε στην τρίτη σελίδα του «Ιού». Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτό το έγγραφο, όπως ρητά αναφέρει, αποτελεί απάντηση στους βουλευτές Μιχάλη Καρχιμάκη και Γρηγόρη Νιώτη, οι οποίοι στις 14.7.09 κατέθεσαν στη Βουλή το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του «Ιού» («Μετά τα χρυσόβουλα τα ταπιά», 12.7.09). Δηλαδή το έγγραφο αυτό του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης ήρθε να σφραγίσει εκ των υστέρων τις αγοραπωλησίες στις Νηές μετά τις αποκαλύψεις του Τύπου.
Για το έγγραφο αυτό του υπουργείου ζητήσαμε τη γνώμη του Μιχάλη Καρχιμάκη, ο οποίος είχε τότε καταθέσει το δημοσίευμα, αλλά σήμερα είναι ο αρμόδιος υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης. Τη σχετική του δήλωση φιλοξενούμε σε διπλανές στήλες. Επικοινωνήσαμε και με τον προκάτοχό του και βουλευτή σήμερα της Νέας Δημοκρατίας Κώστα Κιλτίδη. Ο κ. Κιλτίδης διέψευσε ότι χειρίστηκε ποτέ την υπόθεση αυτή, διότι ουδέποτε είχε σχέση με την πολιτική γης του υπουργείου και ασκούσε μόνο τη δασική πολιτική. Οταν του θέσαμε υπόψη το επίμαχο έγγραφο, το οποίο συντάχθηκε από τη διεύθυνση δασικής πολιτικής του υπουργείου, τότε ο κ. Κιλτίδης μας ενημέρωσε ότι από τον Ιανουάριο του 2009 ασχολιόταν μόνο με την αλιεία και η δασική πολιτική είχε περάσει στην αρμοδιότητα του υπουργού κ. Χατζηγάκη.
Ασαφείς και ανίσχυροι τίτλοι
Οσα ακολουθούν, στηρίζονται στην πρόσφατη γνωμάτευση που συνέταξε ο δικηγόρος Γιώργος Λωρίτης για λογαριασμό της «Περιβαλλοντικής Πρωτοβουλίας Μαγνησίας». Επειδή το ζήτημα έχει περίπλοκες νομικές πλευρές, ο κ. Λωρίτης επιχειρεί μια περιοδολόγηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της επίμαχης έκτασης. Στο τέλος της μελέτης του αναλύει το επίμαχο έγγραφο του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, το οποίο επικαλείται τώρα η Μητρόπολη:
1794-1896: “Ολα τα έγγραφα των ετών αυτών όπως δικαστικές αποφάσεις κλπ. αναφέρονται σε έκταση που τα σύνορά της είναι ασαφή και προφανώς διαφέρουν από αυτά της σημερινής επίμαχης έκτασης και έτσι τα έγγραφα αυτά είναι άσχετα με την παρούσα υπόθεση. Αυτό το κατέδειξα και προ μηνών στα σχετικά ρεπορτάζ του «Ιού της Κυριακής» στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία (12 και 19.7.09) και το αποδεικνύει και το πόρισμα με σχετική τεχνική έκθεση μηχανικού της υπηρεσίας. Ας υπάρξει ανταπάντηση με αντιπαραβολή των ορίων της επίμαχης έκτασης με τα όρια που αναφέρονται στα παλαιά αυτά έγγραφα για φανεί εάν συμπίπτουν ή όχι”.
1933: “Το επικαλούμενο Προεδρικό Διάταγμα δεν λέει ότι αναγνωρίζει κυριότητα στο μοναστήρι. Κι αν το έλεγε, θα ήταν ανίσχυρο, γιατί δεν υπήρχε σχετική εξουσιοδότηση Νόμου που να το επιτρέπει αυτό. Κι αν υπήρχε, και πάλι θα ήταν ανίσχυρο, διότι δεν αναφέρει καθόλου όρια για την εκεί αναφερόμενη έκταση. Ενα οποιοδήποτε Π.Δ., με οποιοδήποτε περιεχόμενο, δεν είναι πασπαρτού για οποιαδήποτε έκταση οπουδήποτε στην Ελλάδα. Το πόρισμα ορθώς αποφαίνεται ότι «….Δεν έγινε δυνατόν, ούτε καν να συνδεθεί με την επίδικη έκταση, αφού άλλωστε δεν περιγράφονται ούτε κατά προσέγγιση τα όριά του….». Ας υπάρξει ανταπάντηση Α) με αντιπαραβολή των ορίων της επίμαχης έκτασης με τα όρια που αναφέρονται (εάν αναφέρονται) στο Π.Δ. για φανεί εάν συμπίπτουν ή όχι Β) με αναφορά του σημείου του Π.Δ. όπου αναγνωρίζεται η κυριότης του μοναστηριού και Γ) να αναφέρεται ο Νόμος που περιέχει σχετική εξουσιοδότηση, αφού είναι νομικά δεδομένο ότι ένα Π.Δ. από μόνο του (δηλ. χωρίς νομοθετική εξουσιοδότηση) δεν έχει την εξουσία για τίποτε”.
“Συνεπώς κατά το 1933 το μοναστήρι με τους ανωτέρω επικαλούμενους τίτλους δεν έχει την επίμαχη έκταση στην κυριότητά του. Ηδη όμως από το 1915 απαγορεύεται η χρησικτησία κατά του ελληνικού δημοσίου και έτσι μόνο με νόμιμη παραχώρηση από το ελληνικό δημόσιο θα μπορούσε το μοναστήρι να αποκτήσει κυριότητα στην επίμαχη έκταση. Τέτοια όμως παραχώρηση δεν την επικαλείται κανένας! Οποιοδήποτε μεταγενέστερο έγγραφο, εφόσον δεν αποτελεί (που δεν αποτελεί) νόμιμη παραχώρηση από το ελληνικό δημόσιο προς το μοναστήρι είναι αδιάφορο ως ατελέσφορο. Μάλιστα για το δασικό και λιβαδικό τεμάχιο από την επίμαχη έκταση , αυτό ανήκει στο ελλ. δημόσιο και διότι δεν τηρήθηκε η διαδικασία του Β.Δ. της 17.11.1836 «περί ιδιωτικών δασών» και του Β.Δ. της 3/12-12.1833 για τις λιβαδικές εκτάσεις.
Παρόλα αυτά, θα ακολουθήσω τη χρονική αλληλουχία, διότι και οι μεταγενέστεροι επικαλούμενοι τίτλοι είναι μη νόμιμοι και πάσχουν και εξ άλλων λόγων”.
Η μεταπολεμική περίοδος
1952-1959: “Εμφανίζεται το ελληνικό δημόσιο να παίρνει από το μοναστήρι εκτάσεις που αληθώς δεν ανήκουν στο μοναστήρι αφού μέχρι το 1933 το μοναστήρι δεν είχε τίποτε και μετά δεν απέκτησε τίποτε. Αρα το ελληνικό δημόσιο εξαγόρασε …δικές του εκτάσεις. Αυτή όμως η εξαγορά δίνει στο ελληνικό δημόσιο κυριότητα που …ήταν ήδη δική του και δεν δίνει κυριότητα στο μοναστήρι. Ο χάρτης διανομής του 1958 που επικαλείται η ανωτέρω απάντηση είναι ανυπόγραφος και συνεπώς είναι ανυπόστατος. Ο κτηματολογικός πίνακας διανομής του 1958 που επικαλείται η ανωτέρω απάντηση είναι «φάντασμα», αφού δεν συνδέεται με κανένα άλλο δημόσιο έγγραφο και δεν βγάζει νόημα, αφού δεν συνδέεται με κανένα τοπογραφικό διάγραμμα ούτε περιγράφει όρια. Ούτως ή άλλως οι ίδιοι οι συμβαλλόμενοι στα δικά τους 10 συμβόλαια δεν επικαλούνται αυτά τα έγγραφα αλλά αντιθέτως επικαλούνται τον χάρτη αποτυπώσεως του 1954 (που είναι νομίμως υπογεγραμμένος) και τον κτηματολογικό πίνακα του 1954 που είναι και τα δύο αυτά έγγραφα συνδεδεμένα και με άλλα δημόσια έγγραφα και μεταξύ τους και μέσω του χάρτη περιέχουν και όρια και λένε ότι το ελληνικό δημόσιο από τις δικές του εκτάσεις εξαγοράζει όλες πλην 1.358 στρ., δηλαδή κι αν είχε κάτι το μοναστήρι πάντως του έμειναν μόνο 1.358 στρ.”
“Ομως το μοναστήρι δεν είχε τίποτε και αυτά τα 1.358 στρ. δεν γίνονται μοναστηριακά μόνο και μόνο επειδή το ελληνικό δημόσιο δεν τα εξαγόρασε από το μοναστήρι. Η έλλειψη «παράλογης εξαγοράς» από το μοναστήρι δεν συνιστά νόμιμη μεταβίβαση στο μοναστήρι! Και πάλι το μοναστήρι δεν έχει τίποτε”.
1980: “Το 1980, με ένα και μοναδικό συμβόλαιο (υπ’ αρ. 6920/1980 δωρητήριο συμβόλαιο), το μοναστήρι, δηλαδή η Ι. Μονή Ξενιάς φέρεται να δωρίζει στην Ι.Μ. Δημητριάδος έναν ελαιώνα 1.358 στρ. Την έκταση αυτή το μοναστήρι δηλώνει ότι την έχει με χρησικτησία και όχι με τα έγγραφα της 10ετίας του 1950. Τα σύνορα αυτής της έκτασης δεν εφαρμόζονται πουθενά στις Νηές. Το μοναστήρι όμως είπαμε ότι δεν είχε (νομίμως) καμία έκταση στην περιοχή και συνεπώς ούτε και η Ι.Μ. Δημητριάδος δεν αποκτάει τίποτε. Ούτως ή άλλως το συμβόλαιο αυτό είναι και τυπικά άκυρο λόγω τυπικών ελλείψεων”.
1987-1988: “Η Ι. Μονή Ξενιάς συμβλήθηκε με το ελληνικό δημόσιο και η σχετική σύμβαση που έγινε σε εφαρμογή του Ν. 1700/1987 κυρώθηκε με το Ν. 1811/1988 και έτσι οτιδήποτε κι αν είχε η Ι. Μονή Ξενιάς μεταβιβάσθηκε στο ελληνικό δημόσιο. Συνεπώς και πάλι το μοναστήρι ή η Ι.Μ. Δημητριάδος δεν έχουν τίποτε στις Νηές”.
1990: “Η Ι. Μονή Ξενιάς και η Ι.Μ. Δημητριάδος επαναλαμβάνουν το άκυρο δωρητήριο του 1980 αλλά και πάλι η Ι.Μ. Δημητριάδος δεν αποκτάει τίποτε Α) διότι το μοναστήρι δεν είχε τίποτε για να δωρήσει και Β) διότι κι αν είχε, ήδη, ο,τιδήποτε κι αν είχε, περιήλθε στο ελληνικό δημόσιο με την ανωτέρω σύμβαση του 1988”.
2006-2007: “Η Ι.Μ. Δημητριάδος (πωλήτρια) το 2006-7 μεταβίβασε με 10 συμβόλαια (πωλήσεις ή μακροχρόνιες μισθώσεις) στην εταιρία «Golfing Developments Μελετητική Κατασκευαστική Α.Ε.» (αγοράστρια) τεμάχια μιας έκτασης συνολικού εμβαδού 3.000 στρ. περίπου. Στα συμβόλαια αυτά οι ίδιοι οι συμβαλλόμενοι αναγράφουν ότι το κάθε μεταβιβαζόμενο τεμάχιο προέρχεται από την μεγαλύτερη έκταση των 1.358 στρ. που είχε αποκτήσει η πωλήτρια από την Ι. Μονή Ξενιάς με το υπ’ αρ. 6920/1980 δωρητήριο συμβόλαιο. Με ένα και μόνο συμβόλαιο (υπ’ αρ. 39642/2006) μεταβιβάζονται 1.601 στρ. ως προερχόμενα από την μεγαλύτερη έκταση των …1.358 στρ. Αυτά τα μνημονεύει και το πόρισμα. Δεν εξηγείται πώς γίνεται από 1.358 στρ. να «βγαίνουν» τεμάχια που στο σύνολό τους να ανέρχονται σε 3.000 στρ. περίπου και πώς το 1.358 είναι μεγαλύτερο από το 1.601. Και πάλι η Ι.Μ. Δημητριάδος δεν έχει τίποτε και η αγοράστρια εταιρία δεν αποκτάει τίποτε”.
2010: “Η Κτηματική Υπηρεσία Μαγνησίας δηλώνει απλώς αναρμόδια για τις δασικές εκτάσεις αλλά αποφαινόμενη για τον ελαιώνα των 1.358 στρ. ότι οι επικαλούμενοι τίτλοι των συμβαλλομένων δεν είναι νόμιμοι και αφού τους ίδιους τίτλους επικαλούνται και για τις δασικές εκτάσεις τότε κατά λογική αναγκαιότητα το πόρισμα ισχύει και για τις δασικές εκτάσεις, δηλαδή τελικά για ολόκληρη την επίμαχη έκταση των 3.000 στρ”.
Για τους ισχυρισμούς της Μητρόπολης
“Στην ανακοίνωση της Μητρόπολης γίνεται ειδική μνεία στο υπ’ αρ. πρ. 105466/3811/14-8-09 έγγραφο του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και ότι δήθεν το έγγραφο αυτό αναγνωρίζει την επίμαχη έκταση υπέρ των συμβαλλομένων στα ανωτέρω 10 συμβόλαια. Όμως: Στην 1η σελίδα στην 2η παρ. το έγγραφο αναφέρεται στο επίμαχο «δάσος Νηές-Χλωμόν του δήμου Σούρπης» και εμμέσως πλην σαφώς ταυτίζει αυτό το δάσος με την επίμαχη έκταση των 3.000 στρ. περίπου, αποφαινόμενο ότι είναι ιδιόκτητο, ανήκον στην Ι.Μονή Ξενιάς. Ομως, όπως ειπώθηκε πιο πάνω, οι δύο εκτάσεις δεν ταυτίζονται και οι μνημονευόμενες παλιές δικαστικές αποφάσεις αναφέρονται σε άλλα, εντελώς διαφορετικά, όρια. Σε ποια στοιχεία βασίζεται ο συντάκτης του εγγράφου και ταυτίζει τις δύο εκτάσεις;”
“Στην 1η σελίδα, 2η παρ. το έγγραφο αναφέρεται σε «δάσος Νηές-Χλωμόν του δήμου Σούρπης» ενώ αντίθετα στη 2η σελίδα, 4η παρ. αναφέρεται σε «εκτάσεις γεωργικώς καλλιεργούμενες». Με βάση ποια θεωρία περί δασών ο συντάκτης του εγγράφου ταυτίζει το «δάσος» με «εκτάσεις γεωργικώς καλλιεργούμενες»; Γιατί δεν ανησύχησε (και δεν επιλήφθηκε σχετικά) από τη διαφαινόμενη παράνομη μετατροπή μέρους του δάσους σε «εκτάσεις γεωργικώς καλλιεργούμενες»;”
“Ο νόμος 998/1979 άρθρο 72 προβλέπει ρητά ότι προκειμένου να μεταβιβασθεί ιδιωτικό δάσος ή δασική έκταση το κράτος έχει «δικαίωμα προτιμήσεως» άνευ τηρήσεως του οποίου είναι ακυρωτέα η μεταβίβαση και ορίζει το άρθρο αυτό και ποινικές κυρώσεις για όσους δεν συμμορφώνονται. Ο συντάκτης του εγγράφου αφού επιλαμβάνεται με το ανωτέρω έγγραφο περί «δάσους» και περί μεταβιβάσεως αυτού, ήλεγξε εάν τυχόν παρακάμφθηκε παρανόμως το δικαίωμα προτιμήσεως του δημοσίου; Επιμελήθηκε της τυχόν υπάρξεως ποινικών ευθυνών των παρανομούντων; Θα επιμεληθεί σχετικώς, έστω τώρα που εμείς του υπενθυμίζουμε την ύπαρξη του ανωτέρω νόμου;”
“Στη 2η σελίδα στην 4η παρ. από το τέλος το έγγραφο αναφέρεται σε «μη απαλλοτριωθείσες εκτάσεις» μεταξύ των οποίων συγκαταλέγει και το τεμάχιο Νο 10 (εκτάσεως 1.362 στρ.) του Κτηματολογικού Πίνακα του 1954 και ότι (υπονοείται γι’ αυτό το λόγο) το Υπουργείο αυτές τις εκτάσεις τις «διαχειρίζεται ως ιδιωτικές» δηλ. ως ανήκουσες (παραμένουσες ή αλλιώς «μη παραχωρηθείσες») στο μοναστήρι. Έτσι όμως ο συντάκτης του εγγράφου «παραμορφώνει» το έγγραφο αυτό (Κτηματολογικό Πίνακα του 1954) εις βάρος των συμφερόντων του δημοσίου αφού εμφανίζει και τα 1362 στρ. ως ανήκοντα στο μοναστήρι , ενώ η αλήθεια είναι ότι στον Κτηματολογικό Πίνακα του 1954 (όπως και σε άλλα δημόσια έγγραφα) το τεμάχιο Νο 10 αναφέρεται ως «απαλλοτριωθέν» («παραχωρηθέν»), δηλαδή ως περιελθόν στο δημόσιο!”
“Στη 2η σελίδα στην 3η παρ. από το τέλος αναφέρεται απλώς ότι το μοναστήρι έχει συμβληθεί στη σύμβαση του Ν. 1700/1987 («νόμος Τρίτση») επικυρωθείσα με το Ν. 1811/1988 και τίποτε περισσότερο, δηλαδή χωρίς να μνημονεύεται το τι σημαίνει αυτή η σύμβαση. Ετσι όμως αποσιωπά και αποκρύπτει την αλήθεια, εις βάρος των συμφερόντων του δημοσίου, αφού έτσι αφήνει σε ισχύ τα ανωτέρω, ότι δηλαδή οι εκτάσεις αυτές ήταν του μοναστηριού («διαχειρίζονται ως ιδιωτικές»), ενώ η αλήθεια είναι ότι, αφού το μοναστήρι είχε συμβληθεί στο «νόμο Τρίτση», τότε με την σύμβαση αυτή (βάσει του σχετικού νόμου) περιήλθαν στο δημόσιο οι ανωτέρω εκτάσεις και συνεπώς κακώς το υπ. Γεωργίας τις «διαχειρίζεται ως ιδιωτικές», όπως άλλωστε ορίζουν και σωρεία παλαιότερων εγγράφων παλαιότερων υπουργών Γεωργίας που ορίζουν ρητά (διαφυλάσσοντας τα συμφέροντα του δημοσίου) ότι με το «νόμο Τρίτση» οι μοναστηριακές εκτάσεις έχουν «ήδη» περιέλθει στο δημόσιο και οι υπηρεσίες του υπ. Γεωργίας πρέπει να εκδίδουν πρωτόκολλα αποβολής εναντίον όσων τις καταπατούν, και όχι βέβαια να τις «διαχειρίζονται ως εκτάσεις κυριότητος των καταπατητών»! Γιατί ο συντάκτης του εγγράφου αλλάζει πλεύση και μάλιστα παραβιάζοντας τον νόμο του κράτους (νόμο Τρίτση);”
“Στην τελευταία παράγραφο το υπ. Αγρ. Ανάπτυξης επιφυλάσσεται μόνο για τυχόν παραβάσεις της δασικής νομοθεσίας και όχι και της νομοθεσίας «περί ιδιοκτησίας». Ομως το υπ. Αγρ. Ανάπτυξης (απλώς και μόνο η Διευθύντρια της οικείας Διεύθυνσης που υπογράφει μόνη της το έγγραφο) δεν διευκρινίζει με το έγγραφο αυτό εάν θεωρεί εαυτό αρμόδιο να αποφαίνεται (δεσμευτικά για το κράτος) περί του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της επίμαχης έκτασης ούτε το ποιές έννομες συνέπειες απορρέουν από το έγγραφο αυτό! Αλλωστε (μάλλον τεχνηέντως) αποφεύγει να αποφανθεί ευθέως και ρητά περί του ποιός είναι ο ιδιοκτήτης της εκτάσεως αυτής και αναφέρει ότι το υπ. Αγρ. Ανάπτυξης «διαχειρίζεται ως ιδιωτική» την έκταση αυτή! Τι σημαίνει όμως «διαχειρίζεται» (που ο τοπικός Τύπος και οι συμβαλλόμενοι πομπωδώς ερμηνεύουν ως «ανήκουν στην κυριότητα των ιδιωτών»); Θα μας το διευκρινίσει έστω τώρα ο συντάκτης του εγγράφου; Επιφυλάσσεται ή όχι το υπ. Αγρ. Ανάπτυξης ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων του δημοσίου; Εχει την εξουσία να παραιτείται τυχόν δικαιωμάτων του δημοσίου; Εχει την εξουσία να αναγνωρίζει υπέρ ιδιωτών δικαιώματα κυριότητος επί ιδιωτικών δασών; Ορίζει ή όχι το άρθρο 72 του ανωτέρω νόμου περί ελέγχου υπάρξεως «αδιαμφισβήτητων τίτλων» των ιδιωτών και ελλείψει τούτων περί παραπομπής του ιδιοκτησιακού θέματος στο Συμβούλιο Ιδιοκτησίας Δασών; Διαπίστωσε μήπως ο συντάκτης του εγγράφου την ύπαρξη αδιαμφισβήτητων τίτλων; Και εάν ναι, τότε ποιοί είναι αυτοί οι τίτλοι αφού ούτε οι συμβαλλόμενοι-ιδιώτες δεν τους έχουν προβάλει (αδιαμφισβήτητους!) μέχρι σήμερα; Ποιός και γιατί εξυπηρετείται από το έγγραφο αυτό και γιατί παρουσιάζονται διαστρεβλωμένα στοιχεία;”
«Να απαντήσει η Νέα Δημοκρατία»
Από τον υφυπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Μιχάλη Καρχιμάκη ζητήσαμε την επίσημη κυβερνητική άποψη για το έγγραφο του υπουργείου που επικαλείται σήμερα η Μητρόπολη Δημητριάδος: «Επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ οι τότε αρμόδιοι υφυπουργοί Γεωργίας με σειρά εγγράφων είχαν αποσαφηνίσει το θέμα παρόμοιων περιπτώσεων διαφυλάσσοντας τα συμφέροντα του ελληνικού δημοσίου. Το επίμαχο έγγραφο με αρ. πρ. 105466/3811/14-8-2009 της Γενικής Διεύθυνσης Προστασίας Δασών εκδόθηκε επί κυβερνήσεως της Νέας Δημοκρατίας και έρχεται σε αντίθεση με τα προηγούμενα έγγραφα επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ. Συνεπώς ας κληθεί η Νέα Δημοκρατία και οι τότε εκπρόσωποί της στην πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΑΤ, να απαντήσουν γιατί εκδόθηκε ένα έγγραφο (από υπηρεσία αναρμόδια να αποφαίνεται για το ιδιοκτησιακό) εις βάρος των συμφερόντων του ελληνικού δημοσίου (που έπρεπε να υπερασπίζεται), δηλαδή ένα έγγραφο που αναγνωρίζει την κυριότητα στους ιδιώτες, ενώ η αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία Μαγνησίας αποφαίνεται ότι η κυριότητα ανήκει στο ελληνικό δημόσιο και ενώ η μέχρι τώρα στάση του Υπουργείου ήταν αντίθετη, δηλαδή υπέρ των συμφερόντων του ελληνικού δημοσίου!» |
Η άποψη της Μητρόπολης
Μετά την αποκάλυψη στον τοπικό Τύπο της εισήγησης του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας του Νομού Μαγνησίας, σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς της εκκλησιαστικής έκτασης στις Νηές Μαγνησίας, στην οποία αναφέρεται ότι η έκταση αυτή ανήκει ολόκληρη στο Δημόσιο, η Μητρόπολη Δημητριάδος επανέρχεται στο ζήτημα και υποστηρίζει ότι με το έγγραφο αυτό δεν αλλάζει τίποτα:
«Από την ανάγνωση του κειμένου αυτού προκύπτει ότι δεν ασχολείται με τη δασική έκταση της Εκκλησίας, για την οποία θεωρεί ότι υπάγεται στην αρμοδιότητα του υπουργείου Γεωργίας, αλλά μόνο με τη γεωργική έκταση, την οποία όμως εσφαλμένα συνδέει με τη δασική, καθώς αναφέρεται ότι δήθεν στον τίτλο ιδιοκτησίας της Εκκλησίας τα στρέμματα είναι 1.358 ενώ εκμισθώνονται ή πωλούνται 2.903 στρέμματα.
Στο σημείο αυτό φαίνεται καθαρά ότι ο συντάκτης του κειμένου δεν αντιλήφθηκε ότι το σχετικό συμβόλαιο αναφέρεται μόνο στη γεωργική έκταση και όχι στη δασική, της οποίας το εμβαδόν πρέπει να προστεθεί στο εμβαδόν της γεωργικής , ώστε να εξαχθεί το συνολικό εμβαδόν της ιδιοκτησίας της Εκκλησίας.
Εξάλλου το έγγραφο αυτό, που αποτελεί μια απλή εισήγηση και όχι οριστική απόφαση, την οποία θα λάβει το γνωμοδοτικό συμβούλιο, δεν λαμβάνει υπόψη του καθόλου τα διοικητικά έγγραφα και τις δικαστικές αποφάσεις τις οποίες προσκομίσαμε και καλύπτουν το χρονικό διάστημα από το έτος 1794 μέχρι και το έτος 2006, δεν λαμβάνει υπόψη του ούτε το προεδρικό διάταγμα του ελληνικού κράτους του έτους 1933, για το οποίο μάλιστα με έκπληξη διαβάσαμε ότι δήθεν δεν αποτελεί απόδειξη (αν είναι δυνατόν να μην θεωρείται απόδειξη προεδρικό διάταγμα του ελληνικού κράτους) και τέλος αναφέρεται ότι δεν μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα ούτε από τοπογραφικά διαγράμματα, που το υπουργείο Γεωργίας συνέταξε σε ανύποπτο χρόνο (αν δεν μπορούν να εφαρμοστούν στο έδαφος ούτε συνταχθέντα από κρατικούς υπαλλήλους τοπογραφικά διαγράμματα με βάση τα οποία συντάχθηκε κτηματολογικός πίνακας, εύλογα πρέπει να θεωρήσει κανείς , ότι υπάρχει πλήρης ανασφάλεια για όλες τις ιδιοκτησίες).
Τέλος η εισήγηση αυτή έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις απόψεις του υπουργείου Γεωργίας, όπως αυτές εκφράζονται στο με αριθμό πρωτ. 105466/3811/14-8-2009 έγγραφο του υπουργείου Γεωργίας. Στο έγγραφο αυτό αναγνωρίζεται αναμφισβήτητα η ιδιοκτησία της Εκκλησίας και γίνεται αναφορά σε όλες τις δικαστικές αποφάσεις και διοικητικά έγγραφα, που υπάρχουν στο αρχείο του και δικαιώνουν την Εκκλησία, καθώς το υπουργείο Γεωργίας ήταν εκείνο που είχε την αρμοδιότητα της εποπτείας της έκτασης αυτής καθώς δεν ήταν αστική αλλά αγροτική και δασική.
Ωστόσο ο συντάκτης του κειμένου παραγνώρισε ή δεν έλαβε καθόλου υπόψη του τις απόψεις αυτές (μολονότι μόνο το υπουργείο Γεωργίας είχε πλήρη γνώση της υποθέσεως) και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δήθεν η έκταση ανήκει στο δημόσιο, γιατί δήθεν δεν μπόρεσε να εφαρμόσει τους τίτλους ιδιοκτησίας της Εκκλησίας και τα κρατικά τοπογραφικά διαγράμματα στο έδαφος.
Επειδή επομένως η εισήγηση αυτή του Προϊστάμενου της Κτηματικής Υπηρεσίας είναι απολύτως εσφαλμένη, αβάσιμη και αναιτιολόγητη, καθώς δεν έλαβε υπόψη του κρίσιμα στοιχεία που τέθηκαν στη διάθεσή του, θα προχωρήσουμε αμέσως στις προβλεπόμενες από το νόμο δικαστικές και διοικητικές προσφυγές.
Συνημμένα υποβάλλουμε χρονολογικό πίνακα των στοιχείων που αποδεικνύουν το ιδιοκτησιακό δικαίωμα της Εκκλησίας στην εν λόγω έκταση, το κτηματολογικό διάγραμμα του έτους 1958 και τον κτηματολογικό πίνακα του έτους 1959, στον οποίο περιγράφεται αναλυτικά ολόκληρη η ιδιοκτησία της Εκκλησίας.
Τέλος, δεν μπορούμε να μην σχολιάσουμε το γεγονός, πως ενώ η Μητρόπολις μέχρι και τη Δευτέρα 19.4.2010 αναζήτησε επανειλημμένα διά του πληρεξουσίου δικηγόρου της το σχετικό έγγραφο στην κτηματική Υπηρεσία του Νομού Μαγνησίας και έλαβε την απάντηση, ότι για να λάβει αντίγραφο θα πρέπει να δοθεί άδεια στον Προϊστάμενο της Κτηματικής Υπηρεσίας από την Προϊστάμενη του Αρχή, ξαφνικά είδε να δημοσιεύεται η εισήγηση σε εφημερίδα συνοδευόμενη από σχόλια της οικολογικής οργάνωσης Εν Δράσει».
Στους ισχυρισμούς αυτούς της Μητρόπολης απαντά ο δικηγόρος Γιώργος Λωρίτης, τις απόψεις του οποίου φιλοξενούμε στις διπλανές στήλες.
Ελευθεροτυπία, 16/5/2010