Τα κατάλοιπα της αφαλάτωσης «βρομίζουν» τη θάλασσα

Στην ετήσια έκθεση του UNEP-MAP τα τελευταία χρόνια καταγράφεται αισθητή μείωση της επιβάρυνσης των θαλασσίων υδάτων από αστικά και βιομηχανικά λύματα, παρά το γεγονός ότι το 37% των παράκτιων οικισμών με πληθυσμό άνω των 2.000 κατοίκων εξακολουθεί να μη διαθέτει εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού

Tης Χαράς Τζαναβάρα 

Ο τουρισμός και η υπεραλίευση, αλλά και τα κατάλοιπα των εγκαταστάσεων αφαλάτωσης, τα τελευταία χρόνια, είναι οι σοβαρότερες απειλές για τα νερά της Μεσογείου, που είναι κλειστή θάλασσα και επομένως θεωρείται ιδιαίτερα ευάλωτο οικοσύστημα. Αυτό επισημαίνεται στην ετήσια έκθεση του UNEP-MAP, του Μεσογειακού σχεδίου δράσης για το Περιβάλλον του ΟΗΕ, που παρουσιάστηκε χθες με αφορμή την παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος.

«Στη Μεσόγειο κατευθύνεται το ένα τρίτο του παγκόσμιου τουρισμού και είναι ο πρώτος τουριστικός προορισμός στον πλανήτη» τόνισε η συντονίστρια του προγράμματος Μαρία Λουίζα Σίλβα Μεχίας, η οποία προέβλεψε ότι το 2030 ο αριθμός των τουριστών θα φτάσει τα 500 εκατ. τον χρόνο. Χαρακτήρισε ενθαρρυντικό το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια καταγράφεται αισθητή μείωση της επιβάρυνσης των θαλασσίων υδάτων από αστικά και βιομηχανικά λύματα, παρά το γεγονός ότι το 37% των παράκτιων οικισμών με πληθυσμό άνω των 2.000 κατοίκων εξακολουθεί να μη διαθέτει εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού. Υπολογίζεται ότι το ένα τρίτο των κατοίκων των χωρών που συνορεύουν με τη Μεσόγειο, με συνολικό πληθυσμό 464 εκατ., ζουν σε παράκτιες περιοχές.

Το μεγάλο πρόβλημα για τη Μεσόγειο είναι οι αργοί ρυθμοί ανανέωσης των υδάτων και υπολογίζεται ότι ο πλήρης κύκλος απαιτεί μία 100ετία. Υπολογίστηκε ότι τα τελευταία 40 χρόνια το φρέσκο νερό, που προέρχεται κυρίως από τα ποτάμια, μειώθηκε μόλις κατά 20%. Αντίθετα, είναι επιβαρυντική η συμβολή των νερών που μπαίνουν από το Γιβραλτάρ και κυρίως το Σουέζ, αφού από τις δύο αυτές θαλάσσιες πύλες υπολογίζεται ότι μπαίνει στη Μεσόγειο ένα νέο ξένο είδος κάθε 10 ημέρες και επιφέρει διαταραχές το οικοσύστημα.

Μεγάλο πρόβλημα είναι η υπεραλίευση, αφού εκτιμάται ότι στο 75% των ψαριών αλιεύονται πάνω από τα όρια ανανέωσης του είδους τους.

Από το 2006 άρχισαν οι πρώτες ενδείξεις επιβάρυνσης των νερών από τα κατάλοιπα των εγκαταστάσεων αφαλάτωσης και οι ειδικοί έχουν επιστήσει την προσοχή των τοπικών αρχών να καταφεύγουν σε αυτήν τη λύση μόνον αφού έχουν εξαντλήσει όλα τα άλλα περιθώρια εξασφάλισης νερού.